Η Νάουσα, με τις «χρυσοστάλακτες» και «ασημοκεντημένες» ομορφιές της, ζωντανεύει μέσα από το τραγούδι. Τα μπαλκόνια της πόλης αναδεικνύουν τη μοναδικότητά της, ενώ ο κάμπος, που την αγκαλιάζει, και ο ήλιος που την καλύπτει, δημιουργούν μια αίσθηση ζεστασιάς και προστασίας. Η φωνή του τραγουδιού μας ταξιδεύει στα όμορφα τοπία της, εκεί όπου η παράδοση αναβιώνει μέσα από τις ιστορίες των ανθρώπων της.
Ο Γιάννης Μπαμπάτσης, με την αγάπη του για τη γενέτειρά του, αναφέρεται στο μοναδικό ιστορικό έθιμο, εκείνο που είναι συνυφασμένο με τη μουσική του ζουρνά και του νταουλιού, και που ζωντανεύει κάθε χρόνο σε γιορτές και εκδηλώσεις. Ο τραγουδιστής αναπαριστά την αντίσταση του λαού στην τουρκική σκλαβιά και ταυτόχρονα τονίζει την ανάγκη για ελευθερία, αναφερόμενος στους αγώνες των κλεφτών και τις «πάλες» του Γενίτσαρου και της Μπούλας, που με τη φωτιά τους αναστατώνουν το χορό, τρομάζοντας ακόμα και τον ίδιο το χάρο.
Μέσα από τους στίχους, το τραγούδι αναπλάθει τη στιγμή που η Νάουσα αναστενάζει κάτω από τη σκλαβιά και τη βία, αλλά παράλληλα σηκώνει το κεφάλι με περηφάνια και ελπίδα για την ελευθερία. Είναι μια αναφορά σε όλους εκείνους τους ανθρώπους, ζωντανούς και πεθαμένους, που πάλεψαν για την πόλη και την ελευθερία της, και που έζησαν με την ελπίδα ότι μια μέρα θα μπορέσουν να ξαναβρεθούν κοντά της, πίνοντας το μπρούσκο της κρασί.
Οι φωνές του Γιάννη Μπαμπάτση και της Ευθυμίας Μπαμπάτση, γεμάτες συναίσθημα και πάθος, προσδίδουν στο τραγούδι μια μοναδική ένταση που αγγίζει την καρδιά του ακροατή. Σε συνδυασμό με τη συνοδεία της κιθάρας του Κώστα Καρατσιώλη και του ακορντεόν της Ελένης Πασά, το τραγούδι παίρνει ζωή, αναδεικνύοντας την ομορφιά και την ιστορία της Νάουσας με έναν αληθινά μαγευτικό τρόπο. Κάθε όργανο και φωνή συνδυάζονται αρμονικά, δημιουργώντας μια ηχητική σύνθεση που αναβιώνει την παράδοση και την κληρονομιά της πόλης.
Το τραγούδι δεν είναι απλώς μια μουσική σύνθεση. Είναι η ίδια η Νάουσα, ζωντανή και αναγεννημένη, γεμάτη ιστορία, πλούσια παράδοση και ανεξάντλητη ομορφιά. Μιλάει για την πόλη που «την ερωτεύονται» όλοι όσοι την επισκέπτονται, ακόμα και εκείνοι που δεν τη γεύονται άμεσα, γιατί η Νάουσα δεν είναι απλώς ένας τόπος, είναι ένα συναίσθημα. Το Βέρμιο τη ζεσταίνει και η Αραπίτσα τη δροσίζει, δίνοντάς της μια ιδιόμορφη αρμονία μεταξύ του φυσικού και του ανθρώπινου κόσμου.
Αυτό το τραγούδι έφερε τη Νάουσα στην καρδιά του κόσμου. Μέσα από την ανάρτηση της Ευθυμίας Μπαμπάτση στο Facebook, η μουσική του Γιάννη Μπαμπάτση βρήκε άμεση ανταπόκριση από το κοινό και η δημοτικότητα του τραγουδιού αυξήθηκε με ραγδαίους ρυθμούς. Οι προβολές αυξάνονται συνεχώς και αυτή τη στιγμή το τραγούδι έχει ξεπεράσει τις 3.000 προβολές, με το κοινό να ανταποκρίνεται με ενθουσιασμό.
Είναι μια απόδειξη του πόσο σημαντικό είναι να μοιραζόμαστε τις ιστορίες και τις παραδόσεις μας, και πως η Νάουσα, αυτή η «χρυσοστάλακτη και ασημοκεντημένη» πόλη, μπορεί να ακουστεί σε κάθε γωνιά της Ελλάδας. Όσο το τραγούδι διαδίδεται, τόσο η Νάουσα γίνεται γνωστή.
Και αν εσείς αγαπάτε τη Νάουσα και θέλετε να συμβάλλετε σε αυτή την αναγνώριση, κάντε μια κοινοποίηση. Ας μοιραστούμε την ομορφιά και την ιστορία της Νάουσας, για να τη γνωρίσουν και να την αγαπήσουν όλοι.
Γράφει η Έρη Χριστοφορίδου